Από το 2013 έχει ενταχθεί και επισήμως στα διεθνή λεξικά ο όρος «FOMO», από τα αρχικά των λέξεων Fear of Missing Out, ο φόβος να μη χάσεις ό,τι συμβαίνει.

Ορίζεται ως το κοινωνικό άγχος ότι «άλλοι» μπορεί να ζουν μια ικανοποιητική εμπειρία από την οποία εσύ λείπεις και χαρακτηρίζεται από την ακαταμάχητη επιθυμία σου να παραμένεις συνεχώς συνδεδεμένος, ώστε να ενημερώνεσαι για το τι κάνουν αυτοί οι «άλλοι».

Σύμφωνα με έρευνες, ανάμεσα στις επιπτώσεις του FOMO είναι το αίσθημα της μοναξιάς, η αρνητική εικόνα για τον εαυτό σου, προβλήματα ταυτότητας κ.ά.

Αν είσαι ένας digital native, τότε ξέρεις για τι πράγμα μιλάμε. Το FOMO, ή αλλιώς Fear of Missing Out, είναι αυτή η ανησυχητική αίσθηση που έχεις ότι μένεις στην απ’ έξω.

Ότι οι φίλοι σου γλεντάνε χωρίς εσένα. Μπορεί να είναι φυσιολογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά σε πολλούς νέους ανθρώπους αυτό δημιουργεί έναν φόβο. Καταργεί αυτή την αίσθηση ότι είναι ένα πολύ ενεργό κοινωνικό ον και απασχολείται διαρκώς με πράγματα.

Το FOMO δεν έχει χαρακτηριστεί επίσημα ως ψυχική ασθένεια. Γιατί ακόμα δεν έχει πάρει τις διαστάσεις που μπορεί. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις ατόμων που νιώθουν να καταβάλλονται από την αίσθηση ότι οι φίλοι τους διασκεδάζουν κάπου ή πάνε διακοπές ή, ακόμα ακόμα, ποστάρουν ο ένας στον τοίχο του άλλου πράγματα που δεν τα ξέρουν αυτοί…

Αυτή η ανησυχία μπορεί να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα ψυχολογίας στο άτομο που νιώθει απομονωμένο και παρείσακτο. Μειωμένη αυτοπεποίθηση, αίσθηση μοναξιάς, έντονη στενοχώρια, απογοήτευση, εσωστρέφεια, ως και κατάθλιψη.

Η νέα διαταραχή εμφανίστηκε στα χρόνια της επικράτησης του facebook, αλλά πήρε διαστάσεις επιδημίας με τη διάδοση του ίνσταγκραμ, όπου με τη χρήση των φίλτρων η ταπεινή καθημερινότητά μας έγινε ασύγκριτα πιο ελκυστική.

Οσο «υποφέρουμε» βλέποντας τις ζωές των άλλων, τόσο θέλουμε κι εμείς να κάνουμε τους άλλους να υποφέρουν. «Πειράζουμε» τις φωτογραφίες μας, εκπέμποντας φιλτραρισμένη, βελτιωμένη εικόνα των καθημερινών μας εμπειριών. Δεν διορθώνουμε απλώς τις ατέλειες μιας σέλφι, διηγούμαστε τη ζωή μας όπως θα θέλαμε να είναι, γράφουμε τη δική μας εκδοχή της ιστορίας. Εάν κάτι δεν φωτογραφηθεί, είναι σαν να μη συνέβη.

Ολα αυτά έχουν ακόμα άγνωστο αντίκτυπο, ιδίως στη νέα γενιά που γεννήθηκε μέσα σ’ αυτό το άγχος της έκθεσης και της αυτοπροβολής. Ισως δεν είναι καθόλου άσχετο με την «κρίση της νεαρής ηλικίας» (quarter life crisis), άλλον έναν όρο που βλέπουμε να επανέρχεται τελευταία όλο και πιο συχνά στον δημόσιο διάλογο. Χαρακτηρίζεται και αυτή από το υπερβολικό άγχος των 20άρηδων να πετύχουν στις σχέσεις τους, να καταφέρουν να παντρευτούν πριν από τα 30, να βρουν και να πετύχουν στις δουλειές τους.