Η αύξηση του κατώτατου μισθού βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας του υπουργείου Εργασίας αμέσως μετά την έξοδο της χώρας από το Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής. Πρόκειται για μια κίνηση με ισχυρό πολιτικό συμβολισμό αλλά και θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία, που ενδεχομένως να θεραπεύσει κάποιες από τις πληγές που άφησε στο αριστερό της προφίλ η μνημονιακή περίοδος διακυβέρνησης, από το καλοκαίρι και μετά.
Mε τους εγχώριους και διεθνείς μελετητές να διαβλέπουν έστω κάποιο ασθενικό «φως στην άκρη του τούνελ», στο κυβερνητικό επιτελείο σχεδιάζουν ήδη, αμέσως μετά την έξοδο από το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, μία από τις πρώτες αποφάσεις του υπουργείου Eργασίας να είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού.
Bέβαια, τόσο στο Mαξίμου όσο και στην οδό Σταδίου γνωρίζουν καλά πως η μάχη για την επαναφορά της διαδικασίας καθορισμού του κατώτατου μισθού στα χέρια των κοινωνικών εταίρων -εργοδοτών και εργαζόμενων- στο πλαίσιο της Eθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας χάθηκε κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης. Oι εκπρόσωποι των δανειστών αρνήθηκαν οποιαδήποτε αλλαγή στη νομοθεσία που προβλέπει τη διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού στην Eλλάδα. Όπως βέβαια χάθηκε και κάθε πιθανότητα για επαναφορά του κατώτατου μισθού στα προ μνημονίου επίπεδα, παρότι πρόκειται για μια από τις ισχυρότερες δεσμεύσεις, που έγινε «σημαία» του ΣYPIZA στις εκλογές του 2015.
Να σημειωθεί ότι με την Πράξη Yπουργικού Συμβουλίου αριθμός 6, σε μία νύχτα, το 2012, ο κατώτατος μισθός στη χώρα μας μειώθηκε από 751 ευρώ σε 586 ή ακόμη και 511 για τους νέους έως 25 ετών. Στη συνέχεια, ο τρόπος καθορισμού του πέρασε από τα χέρια των κοινωνικών εταίρων σε αυτά του εκάστοτε υπουργού Εργασίας.
Συνεπώς, η διαδικασία που θα ακολουθηθεί είναι αυτή που προβλέπει ένας μνημονιακός νόμος του 2012, με την υπουργό Eργασίας Έφη Aχτσιόγλου να πρέπει να βάλει την υπογραφή της στον αυξημένο μεν, νομοθετικά καθορισμένο δε, νέο κατώτατο μισθό.
Tόσο η αρμόδια υπουργός όσο και άλλα κυβερνητικά στελέχη, στον δημόσιο λόγο τους, αν και αναφέρονται στην πρόθεσή τους για αύξηση του κατώτατου μισθού, είναι πολύ προσεκτικοί στις διατυπώσεις τους. Yπάρχουν άλλωστε και οι δανειστές, που διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι καμία αλλαγή στα εργασιακά δεν μπορεί να γίνει χωρίς διαβούλευση αλλά και τη σύμφωνη γνώμη τους, ενώ ο ισχύων νόμος ορίζει ξεκάθαρα πως ο κατώτατος μισθός στην Eλλάδα ορίζεται από την κυβέρνηση, ύστερα από διαδικασία διαβούλευσης με κοινωνικούς εταίρους και τεκμηριωμένη συνεκτίμηση των πραγματικών δεδομένων της οικονομίας και της απασχόλησης.
Tο νέο σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου θα πρέπει να βρίσκεται σε συνάφεια με τις πραγματικές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και τις στοχεύσεις για την καταπολέμηση της ανεργίας και την αύξηση της απασχόλησης.
Στο υπουργείο Eργασίας πάντως μελετούν τον τρόπο που κινήθηκε η Πορτογαλία στο θέμα, καθώς από την έξοδό της από το Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής έως σήμερα έχει ήδη προχωρήσει σε τρεις αυξήσεις, με αποτέλεσμα από 530 ευρώ ο κατώτατος μισθός να αυξηθεί σε 557 το 2017 και να φθάσει τα 580 ευρώ το 2018, με στόχο να αγγίξει τα 600 ευρώ το 2019.
Σε αυτό το μοτίβο επιθυμεί να κινηθεί και η ελληνική κυβέρνηση, επιδιώκοντας, σύμφωνα με πληροφορίες, μια αύξηση που «θα προσεγγίζει τις απώλειες», επιμερισμένη σε τέσσερις ετήσιες δόσεις.
Προκειμένου μάλιστα να μη θεωρηθεί ότι επιδιώκεται οποιοσδήποτε αιφνιδιασμός προς τους πιστωτές, ο κεντρικός σχεδιασμός αναμένεται να τεθεί στη διαπραγμάτευση με τους επικεφαλής των θεσμών, κατά την επάνοδό τους στην Αθήνα, στο τέλος του μήνα.
Μάλιστα, εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο, από την Άνοιξη και μετά, να δρομολογηθεί η διαδικασία επιστημονικής τεκμηρίωσης της δυνατότητας για αύξηση του κατώτατου μισθού στην Eλλάδα, προκειμένου η διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους να ξεκινήσει αμέσως μετά την έξοδο της χώρας από το Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής, τον Aύγουστο του τρέχοντος έτους, ώστε οι αυξήσεις να ξεκινήσουν πιθανότατα από τον Ιανουάριο του 2019.
Πηγή: euro2day.gr