Νέα ζητούμενα στην εκκίνηση των stress tests θέτει ο SSM στις τράπεζες, βάζοντας στη διαδικασία και τη δοκιμασία των AQRs.

Ο εις βάθος έλεγχος της ποιότητας του ενεργητικού των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, στον οποίο τις καλεί εκ νέου ο SSM, δεν διαφέρει ουσιαστικά σε τίποτα από τη διενέργεια των AQRs που ζητούσε το ΔΝΤ και είναι ενδεικτικός της αυστηρότητας με την οποία θα δοθεί το πιστοποιητικό υγείας στις ελληνικές τράπεζες τον ερχόμενο Μάιο.

Επιβεβαιώνει, δε, την ύπαρξη και ειδικού “distress” σεναρίου, το οποίο έχει στη “φαρέτρα” του ο SSM για τις ελληνικές τράπεζες, με σκοπό τη μεγαλύτερη δυνατή εγγύηση ασφαλείας από τη διενέργεια των stress tests.

Όπως είχε αποκαλύψει το “Κεφάλαιο” στις 24 Φεβρουαρίου, τα stress tests θα διεξαχθούν μεν με βάση τις παραδοχές της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (ΕΒΑ) με το βασικό και το δυσμενές σενάριο, ωστόσο ο SSM έχει διαμηνύσει στις ελληνικές τράπεζες ότι δεν θα αρκεστεί στη δική τους ερμηνεία των παραδοχών της EBA και θα επέμβει με δυσμενέστερο σενάριο στο δυσμενές σενάριο της EBA. Αυτό, εφόσον κρίνει ότι η ερμηνεία του τελευταίου από τις ελληνικές τράπεζες είναι αισιόδοξη και αποκλίνει από τις πραγματικές μακροοικονομικές προοπτικές της χώρας για την επόμενη τριετία.

Αυξημένη επιφυλακή

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του “Κ”, με την εκκίνηση κιόλας της διαδικασίας του stress test, οι ελληνικές τράπεζες ενημερώθηκαν το απόγευμα της περασμένης Παρασκευής ότι καλούνται σε νέο έλεγχο των δανειακών τους χαρτοφυλακίων, αυτή τη φορά και στα εξυπηρετούμενα δάνεια. Και αυτό, την ώρα που βαίνουν προς την ολοκλήρωσή τους οι εξονυχιστικοί έλεγχοι των προβληματικών χαρτοφυλακίων (Troubled Asset Review, TAR), οι οποίοι έχουν ξεκινήσει από τον Ιούλιο του 2017.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο SSM βάζει στο στόχαστρο και τα εξυπηρετούμενα ανοίγματα, καθώς φαίνεται να διατηρεί επιφυλάξεις για το κατά πόσον πρόκειται για δάνεια που όντως εξυπηρετούνται και θα εξυπηρετούνται ομαλά στο μέλλον ή υπάρχουν περιπτώσεις “αεροβαπτίσεων” δανείων ως εξυπηρετούμενων στο παρά ένα τού να καταστούν NPΕs. Συγκεκριμένα, ο SSM θέλει να αποκλείσει το ενδεχόμενο ή να εντοπίσει εγκαίρως τις περιπτώσεις ρυθμίσεων δανείων που γίνονται, π.χ., στις 25 ημέρες καθυστέρησης του δανείου, δηλαδή ελάχιστα πριν το δάνειο να καταστεί σε υπερημερία 30 ημερών, δείχνοντας τα πρώτα σημάδια αβέβαιης είσπραξης. Ο έλεγχος αφορά όχι μόνο τα NPEs, δηλαδή τα δάνεια ανεξαρτήτως ημερών καθυστέρησης τα οποία θεωρούνται αβέβαιης είσπραξης, αλλά πόσω μάλλον και τα δάνεια που κοντεύουν να συμπληρώσουν 90 ημέρες υπερημερίας και ρυθμίζονται στο όριο πριν να καταχωρηθούν ως NPLs.

Η ανησυχία του SSM, που οδηγεί στη διεύρυνση των ελέγχων ακόμη και στα εξυπηρετούμενα δανειακά χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών, φαίνεται να πηγάζει από την έκβαση των ρυθμίσεων στις οποίες έχουν προχωρήσει οι τράπεζες. Από τις ρυθμίσεις αυτές διαπιστώνεται ότι δάνεια της τάξεως των 11 δισ. ευρώ, δεν μπορούν, αν και ρυθμισμένα, να καταστούν υγιή.

Τα σημάδια ανησυχίας

Στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2017, το σύνολο των ρυθμισμένων ανοιγμάτων (Forborne) των τραπεζών σημείωσε οριακή αύξηση (+0,8%) και ανήλθε σε 51,1 δισ. ευρώ. Σχεδόν το 22%, όμως, των ρυθμίσεων αυτών δεν αποδίδουν, αφού τα ρυθμισμένα δάνεια ξαναγίνονται “κόκκινα”, ξεπερνώντας τις 90 ημέρες καθυστέρησης. Προκύπτει έτσι ένας “σκληρός πυρήνας” δανείων της τάξεως λίγο άνω των 11 δισ. ευρώ που δεν επανέρχεται σε ομαλή αποπληρωμή, παρά μόνο παροδικά.

Η διαπίστωση ότι μία στις πέντε περιπτώσεις δανείων που ρυθμίζουν οι τράπεζες δεν είναι πραγματικά ιάσιμη προκαλεί αυξημένη επιφυλακή από τον SSM για τη μελλοντική ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των ελληνικών τραπεζών. Τη στιγμή, μάλιστα, που μεγάλο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων δεν έχουν τύχει καμίας ρύθμισης.

Όπως προκύπτει από επίσημα στοιχεία της ΤτΕ, το 54,3% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών άνω των 90 ημερών δεν έχουν ρυθμιστεί, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 49,9%, 42,9% και 60,4% αντίστοιχα.

Ταυτόχρονα, αν και ο δείκτης αθέτησης πληρωμών έδειξε για πρώτη φορά μικρή αποκλιμάκωση στο γ΄ τρίμηνο του 2017, εντούτοις συνεχίζει να υπερβαίνει τον δείκτη εξυγίανσης μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια του α΄ και β΄ τριμήνου 2017, οι ροές εντός του ισολογισμού των τραπεζών από τα εξυπηρετούμενα ανοίγματα στα μη εξυπηρετούμενα ήταν υψηλότερες των ροών από τα μη εξυπηρετούμενα στα εξυπηρετούμενα ανοίγματα. Το α’ και β’ τρίμηνο του 2017 οι αρνητικές καθαρές ροές διαμορφώθηκαν σε 576 και 781 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Στο γ’ τρίμηνο του 2017 εμφανίστηκε αποκλιμάκωση της εν λόγω τάσης, με τις αρνητικές καθαρές ροές να διαμορφώνονται σε 393 εκατ. ευρώ και τον δείκτη αθέτησης (default rate) να μειώνεται για πρώτη φορά εντός του 2017 αγγίζοντας το 2%, αλλά ξεπερνώντας και πάλι τον δείκτη εξυγίανσης (cure rate) ο οποίος ανήλθε σε 1,6%.

Οι νέοι έλεγχοι του SSM αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα με το δεδομένο ότι οι τράπεζες τον έχουν ενημερώσει για το ύψος των πρόσθετων προβλέψεων, τις οποίες θα σχηματίσουν έναντι του πιστωτικού κινδύνου, εφαρμόζοντας το λογιστικό πρότυπο IFRS 9.

Σημειώνεται ότι προς την ολοκλήρωσή του βαίνει ο έλεγχος του SSM στα μη εξυπηρετούμενα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών (TAR). Ο έλεγχος διήρκεσε Ιούλιο-Νοέμβριο 2017 στις Alpha Bank και Εθνική Τράπεζα. Μέσα στον Μάρτιο ολοκληρώνεται ο έλεγχος που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο σε Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς. Στόχος του TAR είναι να προβλέψει πιθανές μελλοντικές κεφαλαιακές “τρύπες” από προβληματικά δάνεια.

Μαζί δε με την τακτική αξιολόγηση των κινδύνων μέσω της διαδικασίας του εποπτικού ελέγχου που ασκεί ο SSM στις τράπεζες (Supervisory Review and Evaluation Process, SREP), θα καταλήξει σε μέγεθος κεφαλαιακών αναγκών που θα συνυπολογιστεί στη διαδικασία των stress tests, αποτυπώνοντας πλήρως την πραγματική κεφαλαιακή κατάσταση των τραπεζών.

*Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί.