Ήταν γνωστό ότι κατά τη δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα, το 479 π.Χ., τσουνάμι «έσωσε» την Ποτίδαια, η οποία πολιορκείτο. Οι Πέρσες έχασαν πολλούς άνδρες και ο Ηρόδοτος είχε καταγράψει ιστορικά το πρώτο τσουνάμι κάνοντας λόγο για… απόσυρση της θάλασσας και εμφάνιση τεράστιων κυμάτων.
Κατά τη διάρκεια διεθνούς συνεδρίου, οι επιστήμονες συμφώνησαν ότι το τσουνάμι δεν προήλθε μόνο από σεισμό αλλά ήταν συνδυασμός σεισμικής δόνησης και μεγάλης υποθαλάσσιας κατολίσθησης της τάφρου του Βορείου Αιγαίου. «Αυτός ο συνδυασμός ήταν που έδωσε το μεγάλο τσουνάμι εκείνης της εποχής», δήλωσε στον «Ε.Τ.» ο καθηγητής του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, Σπύρος Παυλίδης, ο οποίος συμμετείχε στο 9ο Διεθνές Συνέδριο Παλαιοσεισμολογίας που πραγματοποιήθηκε στη Χαλκιδική.
Σύμφωνα με τον ίδιο, κατά τη διάρκεια των εργασιών κατατέθηκαν νέα επιστημονικά δεδομένα από γεωτρήσεις που έγιναν και στις δύο πλευρές του Θερμαϊκού Κόλπου. «Παρουσιάστηκαν χάρτες με τη μορφολογία του βυθού. Μπορεί στον Θερμαϊκό Κόλπο το βάθος της θάλασσας να μην είναι μεγάλο, ωστόσο λίγο πριν από τις Σποράδες -όπου βρίσκεται η τάφρος του Βορείου Αιγαίου- το βάθος φτάνει ακόμη και τα δύο χιλιόμετρα! Επομένως, υπάρχει η εκτίμηση ότι το 479 π.Χ. έγινε μεγάλος σεισμός, ο οποίος προκάλεσε μια γιγαντιαία κατολίσθηση της τάφρου με αποτέλεσμα να εκδηλωθεί το τσουνάμι», πρόσθεσε.
Για το σήμερα, εμφανίστηκε ιδιαίτερα καθησυχαστικός τονίζοντας ότι δεν είναι πολύ μεγάλο το ενδεχόμενο ενός σεισμού τέτοιας έντασης που να οδηγήσει σε τσουνάμι ή ακόμη περισσότερο να προκαλέσει κατολίσθηση στην τάφρο και επομένως ένα μεγάλο και καταστροφικότερο τσουνάμι. «Σε ό,τι αφορά τα πρόσφατα σχετικά συμβάντα, έχουμε δύο καταγραφές στη Βόρεια Ελλάδα. Η πρώτη αφορά τη δόνηση 6,8 ρίχτερ που σημειώθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 1893 στη Σαμοθράκη προκαλώντας τσουνάμι ύψους ενός μέτρου, το οποίο χτύπησε την απέναντι ακτή της Θράκης σε βάθος 40 μέτρων. Η δεύτερη αφορά τη δόνηση 7 ρίχτερ που σημειώθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1932 στην Ιερισσό Χαλκιδικής προκαλώντας μικρό τσουνάμι, το οποίο δεν έχει ακόμη μελετηθεί αναλυτικά», πρόσθεσε.
Στο συνέδριο συμμετείχαν 70 εξειδικευμένοι επιστήμονες από 15 χώρες (ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Ρωσία, Κορέα, Γερμάνια, Ιταλία, Βέλγιο, Χιλή, Ιταλία, Τουρκία κ.ά.) και 40 νέοι επιστήμονες και μεταπτυχιακοί φοιτητές, για τους οποίους πραγματοποιήθηκαν ειδικά σεμινάρια και μαθήματα για τη μεταφορά της γνώσης και των εμπειριών των παλαιότερων καθηγητών και ερευνητών. Παρουσιάστηκαν προφορικά περισσότερες από 50 εργασίες και συζητήθηκαν περιληπτικά άλλες 40 περίπου παρουσιάσεις.
Οι συμμετέχοντες θεωρούν απαραίτητη τη βελτίωση της επιχειρησιακής ετοιμότητας της χώρας και αναφερόμενοι στους περσινούς σεισμούς σε Λέσβο και Κω ισχυρίστηκαν ότι ανέδειξαν τα δομικά προβλήματα των σύγχρονων ελληνικών πόλεων και δοκίμασαν τη σεισμική πολιτική της χώρας και την ετοιμότητά της. Ο κ. Παυλίδης τόνισε ότι ο σεισμός και οι επιπτώσεις του πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο και πολυσύνθετο φαινόμενο. «Η αντισεισμική προστασία και θωράκιση της χώρας είναι ένα τεράστιο έργο υποδομής, ενώ η σωστή ενημέρωση και εκπαίδευση της κοινωνίας πρέπει να αποτελεί μία από τις κύριες προτεραιότητες», κατέληξε.
Το νότιο τμήμα της Κασσάνδρας έχει ανυψωθεί 20 μέτρα
Κατά τη διάρκεια των εργασιών του Διεθνούς Συνεδρίου, οι επιστήμονες αναφέρθηκαν και στην… ανύψωση της Χαλκιδικής. Συγκεκριμένα, επικεντρώθηκαν στην ανύψωση του νότιου τμήματος της χερσονήσου «Κασσάνδρας», δηλαδή του πρώτου «ποδιού». «Το τελευταίο εκατομμύριο χρόνια η συγκεκριμένη περιοχή έχει ανυψωθεί περισσότερο από 20 μέτρα! Βέβαια, τα τελευταία 7.000 χρόνια -όπου επιστημονικά θεωρείται ότι το περιβάλλον έχει σε γενικές γραμμές διαμορφωθεί στα σημερινά του πλαίσια- το νότιο τμήμα της Κασσάνδρας έχει “σηκωθεί” από 10 έως και 20 εκατοστά. Δηλαδή με σχετικά μικρό ρυθμό ανύψωσης», είπε χαρακτηριστικά στον «Ε.Τ.» ο κ. Παυλίδης.
Υπογράμμισε ότι οι μετρήσεις και τα πειράματα έγιναν σε εξωτερικούς χώρους κατά τη διάρκεια του συνεδρίου. Απέδωσε την… ανύψωση στην κίνηση της τάφρου του Βορείου Αιγαίου και τα πολλά ρήγματα του Θερμαϊκού Κόλπου. Φυσικά, υπογράμμισε την αναγκαιότητα να μελετηθούν διεξοδικά και οι αντίστοιχες περιοχές των δύο υπόλοιπων χερσονήσων της Χαλκιδικής (Σιθωνία και Αθως) προκειμένου να διαπιστωθεί αν και τα τρία «πόδια» του νομού ανυψώνονται ομοιόμορφα και με τον ίδιο ρυθμό και ένταση.
από eleftherostypos.gr