Στο 3,9% του ΑΕΠ, έναντι 4% του ΑΕΠ τον περασμένο Απρίλιο, αναθεώρησε σήμερα η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017. Σε απόλυτους αριθμούς, το πρωτογενές πλεόνασμα εμφανίζεται έτσι 70 εκατ. ευρώ μικρότερο, σε σύγκριση με την εκτίμηση του Απριλίου, αλλά παραμένει υπερδιπλάσιο από τον περυσινό μνημονιακό στόχο (1,75% του ΑΕΠ, με βάση τον μνημονιακό τρόπο υπολογισμού). Τα σημερινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έγιναν δεκτά από τη Eurostat χωρίς αστερίσκους.

Υπενθυμίζεται ότι η Στατιστική Αρχή υπολογίζει το πρωτογενές πλεόνασμα με βάση τους κανονισμούς της Εurostat. Ο τρόπος υπολογισμού είναι διαφορετικός από εκείνον που εφαρμόζουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί στο πλαίσιο του Μνημονίου (και πλέον στο πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας). Έτσι, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017 είχε υπολογιστεί τον Απρίλιο από την ΕΛΣΤΑΤ στο 4%, ενώ οι δανειστές το είχαν υπολογίσει στο 4,24% του ΑΕΠ. Μετά τα σημερινά στοιχεία, αναμένεται να επαναπροσδιοριστεί οριακά χαμηλότερα, χωρίς να δημιουργηθεί όμως πρόβλημα στις διαβουλεύσεις της κυβέρνησης με τους θεσμούς για τα δημοσιονομικά μεγέθη του 2018 και του 2019.

Στη σημερινή, 2η κοινοποίηση δημοσιονομικών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για την περίοδο 2014-2017 αναθεωρήθηκε επίσης προς τα κάτω, κατά 0,2% του ΑΕΠ, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 (3,7% του ΑΕΠ, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 3,9%). Πρόκειται για τη δεύτερη επί τα χείρω αναθεώρηση της επίδοσης του 2016, καθώς ήδη πέρυσι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 είχε «κοντύνει» κατά 0,4% του ΑΕΠ, σε σχέση με την πρώτη εκτίμηση.

Από τη σημερινή ανακοίνωση προκύπτει ακόμα ότι το ΑΕΠ ανήλθε πέρυσι σε 180,218 δισ. ευρώ, ενώ το δημόσιο χρέος εκτιμάται σε 317,4 δισ. ευρώ (176,1% του ΑΕΠ).

Πρόκειται για το υψηλότερο δημόσιο χρέος στην ευρωζώνη (δεύτερη η Ιταλία με 131,2% του ΑΕΠ και τρίτη η Πορτογαλία με 124,8%). Σε σύγκριση με την 1η κοινοποίηση (Απρίλιος 2018), το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ εμφανίζεται μειωμένο κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2017.

Επίσης, συγκριτικά με τον Απρίλιο, καταγράφεται μείωση της τάξεως των 2,3 ποσοστιαίων μονάδων για το χρέος του 2016 (178,5% του ΑΕΠ από 180,8%), ενώ μειωμένο κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες εμφανίζεται και το χρέος του 2015 (175,9% του ΑΕΠ από 176,8%). Οριακές έως μηδενικές είναι οι μεταβολές στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης των ετών 2014-2017, σε σχέση με την 1η κοινοποίηση.

Το 2017 το πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται στα 1,391 δισ. ευρώ (0,8% του ΑΕΠ), έναντι πλεονάσματος 932 εκατ. ευρώ (0,5% του ΑΕΠ) το 2016, ελλείμματος 9,941 δισ. ευρώ (5,6% του ΑΕΠ) το 2015 και ελλείμματος 6,355 δισ. ευρώ (3,6% του ΑΕΠ) το 2014. Την περυσινή χρονιά οι δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης εμφανίζονται περιορισμένες σε σχέση με το 2016 (85,277 δισ. ευρώ ή 47,32% του ΑΕΠ το 2017, έναντι 86,344 δισ. ευρώ ή 48,92% του ΑΕΠ το 2016), αλλά πτώση καταγράφεται και στα έσοδα (86,668 δισ. ευρώ ή 48,09% του ΑΕΠ πέρυσι, έναντι 87,276 δισ. ευρώ ή 49,45% του ΑΕΠ το 2016).

Η ΕΛΣΤΑΤ αναφέρει ότι «οι αναθεωρήσεις στο αποτέλεσμα των ετών 2015-2017 οφείλονται κυρίως σε επικαιροποιημένα στοιχεία, σε μεθοδολογικές αλλαγές στην ταξινόμηση κάποιων ειδικών συναλλαγών και στην αναθεώρηση του ΑΕΠ».

Όπως διευκρινίζει η Στατιστική Αρχή αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα, «κατά τη μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, μια σειρά από δαπάνες και έσοδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από ό,τι αντιμετωπίζονται κατά την κατάρτιση των δημοσιονομικών στοιχείων για τους σκοπούς της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ).

Πιο συγκεκριμένα τα στοιχεία που αντιμετωπίζονται διαφορετικά στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής περιλαμβάνουν τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων, συναλλαγές για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και τα έσοδα από μεταφορές ποσών που συνδέονται με εισοδήματα των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης, τα οποία προέρχονται από την κατοχή Ελληνικών κρατικών ομολόγων στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, το 2017 η υποστήριξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είχε θετική επίπτωση ύψους 51 εκατ. ευρώ στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης. «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι δεδουλευμένες αμοιβές που προκύπτουν από τις εγγυήσεις του διατραπεζικού δανεισμού και του συστήματος ομολογιακών δανείων, καθώς και τα έσοδα από τις προνομιούχες μετοχές των τραπεζών, ήταν υψηλότερα από τις δεδουλευμένες δαπάνες», σημειώνεται στην ανακοίνωση.

Τα σημερινά στοιχεία θα τεθούν στο τραπέζι των διαβουλεύσεων με τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών για τα δημοσιονομικά μεγέθη την προσεχή Πέμπτη και Παρασκευή.

πηγή: protothema.gr