Προειδοποιούν, ωστόσο, ότι κατά τη διαδικασία επανόδου στο προηγούμενο καθεστώς, του μηδενικού ΕΦΚ στο κρασί, είναι πολύ βασικό να αποφευχθούν λάθη που θα στεβλώσουν τον υγιή ανταγωνισμό στον κλάδο, π.χ., μέσω της παράτυπης κυκλοφορίας αμπελοοινικών προϊόντων. Μεταξύ άλλων, τονίζουν ότι τώρα θα πρέπει να ενταθούν περαιτέρω οι έλεγχοι.
Και οι τέσσερις συμφωνούν ότι η επιβολή του ΕΦΚ στο κρασί από 1ης Ιανουαρίου του 2016 έδωσε “φτερά” στην παραοικονομία. Ως αποτέλεσμα οι νομοταγείς επιχειρηματίες αντιμετώπισαν αθέμιτο ανταγωνισμό, αλλά και το ελληνικό κράτος στερήθηκε πολύτιμα έσοδα.
Πάντως, η επιβολή του ΕΦΚ φαίνεται πως άφησε πίσω της και θετική παρακαταθήκη: τη δημιουργία φορολογικών αποθηκών σε πολλές οινοποιητικές επιχειρήσεις μικρού μεγέθους, που πριν δεν τις διατηρούσαν. Ενδεικτικό είναι ότι κατά την έναρξη τής ισχύος του ΕΦΚ προ τριετίας περίπου, οι εκπρόσωποι του κλάδου είχαν υπολογίσει ότι από τα περίπου 800 οινοποιεία που λειτουργούσαν στη χώρα τότε, μόνο τα 55 είχαν φορολογική αποθήκη, ενώ σήμερα ο αριθμός αυτός εκτιμάται πως έχει πλέον αυξηθεί σημαντικά.
Με αφορμή τον επικείμενο μηδενισμό του ΕΦΚ από 1ης Ιανουαρίου, βάσει τροπολογίας που κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή, το ΑΠΕ-ΜΠΕ συνομίλησε με τους οινοποιούς -και μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ένωσης «Οίνοι Βορείου Ελλάδος»- Στέλλιο Μπουτάρη (πρόεδρο της ένωσης, Κτήμα “Κυρ-Γιάννη”), Γεώργιο Τσάνταλη (αντιπρόεδρο της ένωσης, “Tsantali”), Άγγελο Ιατρίδη (μέλος διοικητικού συμβουλίου της ένωσης, “Κτήμα ‘Αλφα”) και Παύλο Σπύρου (μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης, “Zoinos Winery”- Zitsa).
Πώς σχολιάζουν οι τέσσερις οινοποιοί την κατάργηση -ουσιαστικά μηδενισμό- του ΕΦΚ στο κρασί και τι πιστεύουν πως πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα κατά τη μετάβαση στο προηγούμενο καθεστώς (του μηδενικού ΕΦΚ);
«Χαιρετίζουμε την απόφαση της κατάργησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης. ‘Ηταν πολύ άδικο να υπάρχει τέτοιος φόρος σε ένα αγροτικό προϊόν. Να διευκρινίσουμε ότι μπορεί μεν να λέγεται ότι ο φόρος καταργήθηκε, αλλά για να είμαστε πιο ακριβείς, δεν “έφυγε”, απλά θα έχει πλέον συντελεστή μηδέν, κάτι που σημαίνει ότι παραμένει υποχρέωση των οινοποιητικών επιχειρήσεων το να διατηρούν φορολογική αποθήκη και να διακινούν τα προϊόντα τους με τα αναγκαία παραστατικά. Αυτό σημαίνει μεν ότι υπάρχει μεγαλύτερη γραφειοκρατία, αλλά ταυτόχρονα αντίστοιχες υποχρεώσεις ισχύουν και σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη για τη διακίνηση του κρασιού. Με άλλα λόγια, αυτός ο άδικος φόρος άφησε πίσω του κάτι καλό: ότι πολλά οινοποιεία απόκτησαν φορολογική αποθήκη» επισημαίνει ο πρόεδρος της ¨Οίνοι Βορείου Ελλάδος¨, Στέλλιος Μπουτάρης (Κτήμα Κυρ-Γιάννη).
Κατά τον αντιπρόεδρο της Ένωσης, Γεώργιο Τσάνταλη (Tsantali), σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Εμπορικού Τμήματος της οινοποιίας, ο ΕΦΚ δεν θα έπρεπε να είχε εξαρχής επιβληθεί. «Ως εκ τούτου (από την κατάργησή του) μόνο θετική επίδραση και εξέλιξη αναμένουμε στις οινοποιίες και την αμπελοκαλλιέργεια. Η μετάβαση βέβαια στο προηγούμενο καθεστώς (της μη ύπαρξης ΕΦΚ) θα έπρεπε να γίνει χωρίς προειδοποίηση μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, και όχι να ανακοινωθεί 20 ημέρες πριν, όπως τώρα, που θα “παγώσει” σε κάποιο ποσοστό η αγοραστική δύναμη αναμένοντας την κατάργησή του».
Κατά τον ΄Αγγελο Ιατρίδη (Κτήμα Αλφα), είναι προφανές ότι η κατάργηση του φόρου βοηθάει πάρα πολύ στην υγιή λειτουργία του κλάδου. «Τώρα όμως που επανερχόμαστε στην προηγούμενη κατάσταση πρέπει να αποφύγουμε λάθη που στρεβλώνουν τον υγιή ανταγωνισμό στον κλάδο και έχουν σχέση με την παράτυπη κυκλοφορία αμπελοοινικών προϊόντων. Άσχετα από την κατάργηση του ΕΦΚ, πρέπει να εντατικοποιηθεί ο έλεγχος διακίνησης αμπελοοινικών προϊόντων όπως αποτυπώνεται στα συνοδευτικά έγγραφα τους. Ο κλάδος επιδιώκει εκτός από τους φορολογικούς μηχανισμούς να γίνεται έλεγχος και από τους αμπελοοινικούς και αν γίνεται να έρθουν και οι δύο σε συνάφεια, ν’ ανταλλάσσουν και να διασταυρώνουν στοιχεία, π.χ, μέσω της μηχανογράφησης» υπογραμμίζει.
Για τον Παύλο Σπύρου (Ζοίνος), «η κατάργηση του ΕΦΚ στο κρασί ήταν φυσιολογική εξέλιξη, μετά από έναν αναποτελεσματικό, άδικο και αντιαναπτυξιακό νόμο. (…) Η παραγωγική οικονομία και η υγιής αγορά είναι σε ένα βαθμό και ψυχολογία και η απόφαση αυτή αν μη τι άλλο τονώνει την ψυχολογία μας. Να μην ξεχνάμε ότι ο αμπελοοινικός κλάδος πριν την επιβολή του φόρου είχε από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και μια έντονη εξαγωγική δραστηριότητα και επειδή οινοποιία χωρίς αμπελουργία δεν υφίσταται, εξυπακούεται ότι η ανάπτυξη του κρασιού θα συμπαρασύρει σε αναπτυξιακούς ρυθμούς και την αμπελοκαλλιέργεια (…) Ως προς τι πρέπει να προσέξουμε, εκτιμώ ότι θα πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή στα αποθέματα κρασιού την 31/12/2018, και σε αυτά που βρίσκονται στα οινοποιεία, αλλά και σε αυτά που βρίσκονται στην αγορά και έχουν επιβαρυνθεί με ΕΦΚ. Επίσης, πρέπει να διευκρινιστεί τι θα γίνει με τα μικρά οινοποιεία, που έχουν προπληρώσει ένα σημαντικό μέρος του φόρου. Εύχομαι να διαψευστώ αλλά φοβάμαι ότι θα δημιουργήσει αναστάτωση στην αγορά η προσπάθεια να απαλλαγούν από τα αδήλωτα αποθέματα οι κάτοχοι τους -τους οποίους ενσυνείδητα δεν αποκαλώ οινοποιούς- αφού θα εκλείψει το κίνητρο του ΕΦΚ, εκμεταλλευόμενοι και μια πιθανή μικρή αύξηση στην τιμή των κρασιών, λόγω των αλλεπαλλήλων αυξήσεων, που είχε η πρώτη υλη τα τελευταία χρόνια. Εδώ πρέπει οι ελεγκτικοί μηχανισμοί να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων».
Πώς επηρεάστηκαν οι ελληνικές οινοποιητικές επιχειρήσεις κατά την τριετή περίοδο ισχύος του ΕΦΚ σε επίπεδο ανάπτυξης και οικονομικών μεγεθών;
Όπως επισημαίνει ο Στέλλιος Μπουτάρης, «ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επηρέασε και επηρεάζει μέχρι την κατάργησή του κυρίως τις μικρές οινοποιητικές επιχειρήσεις της χώρας, που παράγουν κατά μέσο όρο κάτω από 1000 εκατόλιτρα (100 τόνους) ετησίως και δεν είχαν φορολογική αποθήκη. Οι επιχειρήσεις αυτές, μη έχοντας φορολογική αποθήκη, έπρεπε να προπληρώνουν τον φόρο κι αυτό ήταν μία δυσβάσταχτη ταμειακή επιβάρυνση ειδικά για τα μικρά οινοποιεία. Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι τα κόκκινα κρασιά του τρύγου του 2018 θα πωληθούν σε τρία χρόνια (αλλά τα οινοποιεία καλούνται να προπληρώσουν τον φόρο). Για αυτό και υπήρξαν μικρές οινοποιητικές επιχειρήσεις που άρχισαν να διακινούν χωρίς παραστατικά».
«Η επιβολή του ΕΦΚ πήγε τον κλάδο προς τα πίσω, δημιουργώντας έναν ασύμμετρο/αθέμιτο ανταγωνισμό, που είχε ως αποτέλεσμα αντί να προσφέρει στην οικονομία να αφαιρέσει… ‘Οσοι λειτουργούσαν με βάση το γράμμα του νόμου, είχαν να αντιμετωπίσουν αθέμιτο ανταγωνισμό..» υπογραμμίζει ο Άγγελος Ιατρίδης, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί να απαντήσει πώς επηρεάστηκαν οι οινοποιητικές επιχειρήσεις συνολικά. «Η εταιρεία μας, αυτή την τελευταία οκταετία, συνεχώς αναπτύσσεται και δεν μπορώ να ξέρω αν οι ρυθμοί ανάπτυξής μας θα ήταν μεγαλύτεροι, σε περίπτωση που δεν υπήρχε ο φόρος… Ποσοστιαία πάντως, ο φόρος ήταν πολύ μικρός και επηρέασε κυρίως τις εταιρείες που διακινούν μεγάλους όγκους κρασιού χύμα, γιατί εκεί οι τιμές είναι πολύ χαμηλές. Οφείλω να ομολογήσω ότι αποτέλεσε τροχοπέδη για τις μικρές επιχειρήσεις, που δεν είχαν φορολογική αποθήκη. Από την άλλη πλευρά όμως, έπρεπε κι αυτές να οργανωθούν… Θεωρώ ότι μια επιχείρηση, κάθε Έλληνας επιχειρηματίας, πρέπει να προσφέρει στην ελληνική οικονομία. Και στην οικονομία προσφέρει ο επιχειρηματίας που φορολογείται… Η θετική πλευρά του ΕΦΚ ήταν ότι δημιούργησε προϋποθέσεις οργάνωσης σε ορισμένες επιχειρήσεις, π.χ. η οργάνωση σε φορολογικές αποθήκες…Βοήθησε τις επιχειρήσεις να συμμορφωθούν πολύ πιο γρήγορα κάτω από την πίεση επιβολής του νομοθετικού πλαισίου του ΕΦΚ» εκτιμά.
Για ¨εκτροπή¨ των χρημάτων των οινοποιητικών επιχειρήσεων από πιθανές επενδύσεις σε πληρωμή φόρων, λόγω της επιβολής του ΕΦΚ, κάνει λόγο ο Παύλος Σπύρου, σημειώνοντας ότι «(…) Ένα μέσο οινοποιείο, με παραγωγή και διακίνηση 3.000.000 λίτρων, κλήθηκε να χρηματοδοτήσει την επιβολή του ΕΦΚ με το ποσό των 744.000 ευρώ ( 3.000.000 Χ 0.20 =600.000 Χ 24% ΦΠΑ=744.000). Αυτό το ποσό αντιλαμβάνεστε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις που έχει ανάγκη ο κλάδος και που θα έφερναν και νέες θέσεις εργασίας (…)».
Κατά την έναρξη της ισχύος του ΕΦΚ, οι εκπρόσωποι του κλάδου είχαν υποστηρίξει ότι η επιβολή του θα δώσει “φτερά” στην παραοικονομία. Συνέβη αυτό στην πράξη;
«Είναι σαφές ότι υπήρξε αύξηση της παραοικονομίας, για την οποία όμως δεν μπορώ να παραθέσω στατιστικά στοιχεία» σημειώνει ο Στέλλιος Μπουτάρης, σύμφωνα με τον οποίο η αύξηση ήταν μεγάλη ιδίως στα φτηνά χύμα κρασιά, που αποτελούν πάνω από το 50% της συνολικής παραγωγής. Αυτό συνέβη, όπως υποστηρίζει, όχι μόνο εξαιτίας του ΕΦΚ, αλλά και εξαιτίας των νέων, υψηλότερων φόρων που επιβλήθηκαν στους αγρότες, με αποτέλεσμα πολλοί παραγωγοί να ζητούν από τις οινοποιητικές επιχειρήσεις να δώσουν τα σταφύλια τους χωρίς παραστατικά. «Οπότε όπως αντιλαμβάνεσθε, “μαύρα” σταφύλια -“μαύρα” κρασιά (…) Το ΦΠΑ που χάθηκε από όλα αυτά ήταν δυστυχώς πολύ υψηλότερο από τους φόρους που εισέπραξε το κράτος με την επιβολή του ΕΦΚ» λέει χαρακτηριστικά.
Κατά τον Γεώργιο Τσάνταλη, παρατηρήθηκε μεγάλη αύξηση της παραοικονομίας στο χώρο της εμπορίας των οινικών προϊόντων «ειδικά τα τρία τελευταία χρόνια», ενώ για πολύ μεγάλη ένταση της παραοικονομίας κάνει λόγο και ο Άγγελος Ιατρίδης.
«Δυστυχώς η παραοικονομία στην τριετία του ΕΦΚ ξεπέρασε και τις προβλέψεις του κλάδου (…)» λέει από την πλευρά του ο Παύλος Σπύρου, σύμφωνα με τον οποίο μια απλή επιβεβαίωση ως προς αυτό αποτελεί το γεγονός ότι το Υπουργείο Οικονομικών στον προϋπολογισμό του 2016 είχε εγγράψει έσοδα από τον ΕΦΚ ύψους 55.000.000 ευρώ, που αντιστοιχούσαν σε 275.000.000 λίτρα, με βάση την παραγωγή του 2015 όμως εισέπραξε περίπου 28.000.000 ευρώ, που αντιστοιχούν σε περίπου 140.000.000 λίτρα. «Προφανώς δεν σταματήσαμε στην Ελλάδα ξαφνικά να παράγουμε και να καταναλώνουμε κρασί, αντίθετα τα στοιχεία των μελών της ΄Ενωσης δείχνουν να έχουμε ανοδική τάση, απλά τα λίτρα που λείπουν από την εξίσωση -και ενδεχομένως όχι μόνον αυτά είναι τα λεγόμενα λίτρα της μαύρης διακίνησης (…)».
Το προνόμιο της φορολογικής αποθήκης
Αν η αύξηση της παραοικονομίας ήταν μια σημαντική αρνητική εξέλιξη, συνδεόμενη με την επιβολή του ΕΦΚ, ο φόρος άφησε και κάποια θετική παρακαταθήκη. Όπως επισημαίνει ο κ.Μπουτάρης, είναι θετικό ότι πολλές από τις οινοποιητικές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να κάνουν φορολογικές αποθήκες. «Η φορολογική αποθήκη είναι στην ουσία ένα προνόμιο που σου δίνει ο νομοθέτης, καθώς μπορείς να διακινήσεις το προϊόν σου χωρίς άμεση φορολογική επιβάρυνση. Για παράδειγμα, σε πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει πολύ υψηλός ειδικός φόρος κατανάλωσης, αλλά σκεφτείτε ότι όταν μια οινοποιητική επιχείρηση πουλάει κρασιά σε ένα σούπερ μάρκετ, που έχει και αυτό φορολογική αποθήκη, μπορεί να τιμολογήσει χωρίς ΦΠΑ και χωρίς να κληθεί να καταβάλλει άμεσα τον ειδικό φόρο κατανάλωσης… Άρα αυτό βοηθάει τις επιχειρήσεις ταμειακά…» σημειώνει.
Από την πλευρά του, ο κ.Τσάνταλης διατυπώνει την εκτίμηση ότι η έλλειψη φορολογικών αποθηκών επηρέασε περισσότερο τα μικρά κτήματα, που δεν τις διατηρούσαν και άρα έπρεπε να προπληρώσουν τον ειδικό φόρο. Στην Τsantali δεν παρουσιάστηκε, όπως διευκρινίζει, κάποιο πρόβλημα, λόγω του γεγονότος ότι διέθετε από πριν φορολογική αποθήκη.
Ο Παύλος Σπύρου, που το οινοποιείο του επίσης διαθέτει φορολογική αποθήκη, σημειώνει ότι υπό προϋποθέσεις δεν θα ήταν αρνητικός στην ύπαρξη φορολογικών αποθηκών ως ένα σοβαρό μηχανισμό έλεγχου της παραοικονομίας. «Για το λόγο αυτό θα πρέπει οι κανόνες λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών να είναι ξεκάθαροι με μοναδική ερμηνεία και όχι κάθε τελωνείο να ερμηνεύει κατά το δοκούν και κυρίως να έχει απλές διαχειριστικές διαδικασίες με χαμηλό κόστος για τα οινοποιεία» λέει χαρακτηριστικά .
Δεκάδες χιλιάδες ευρώ ετησίως για ογκομέτρηση δεξαμενών
Για την ογκομέτρηση των δεξαμενών, το κόστος της οποίας ήταν ένας από τους μεγαλύτερους φόβους των οινοποιών όταν ανακοινώθηκε η επιβολή του ΕΦΚ, ο κ.Μπουτάρης επισημαίνει ότι ευτυχώς αυτή πάγωσε, γιατί και αυτό το κόστος ήταν δυσβάσταχτο. «Σκεφτείτε ότι μόνο εμείς, για τις ποσότητες που παράγουμε, θέλαμε πάνω από 100.000 ευρώ ετησίως για να ογκομετρούμε τις δεξαμενές μας, ο ΕΦΚ για το κρασί διέπεται από τον ίδιο νόμο με τις φορολογικές αποθήκες των τσιγάρων και των πετρελαιοειδών. Επίσης η καθημερινή διαχείριση έχει μία επιβάρυνση. Εμείς προφανώς δεν διαφωνούμε με τους ελέγχους. Αντίθετα, ως κλάδος είμαστε οι πρώτοι που λέμε ότι θέλουμε έλεγχο και αυτοέλεγχο, αλλά άλλο έλεγχος και άλλο φόρος» λέει.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Άγγελος Ιατρίδης, ο οποίος τονίζει: «Σε ό,τι αφορά την ογκομέτρηση των δεξαμενών, θα ήταν πραγματικά μια πολύ μεγάλη πηγή κόστους η επιβολή της συγκεκριμένης διαδικασίας για τις επιχειρήσεις του κλάδου μας… Όμως, οι κλαδικές μας οργανώσεις (ΣΕΟ, ΕΔΟΑΟ) φρόντισε να εξασφαλίσει ικανοποιητικές αναβολές, έτσι ώστε να “παγώσει” για διάστημα πάνω από μια διετία. Η αρχική προγραμματισμένη εφαρμογή του ήταν προγραμματισμένη για τα τέλη του 2016. Οι κλαδικοί φορείς πετύχανε σε σχέση με το μέτρο της ογκομέτρηση να μην ισχύσει άμεσα και αυτό ήταν εξαιρετικά σημαντικό, γιατί τα νούμερα (για το κόστος της) ήταν παράλογα υψηλά».
Δεδομένης και της επικείμενης κατάργησης του ΕΦΚ, πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί το 2019 για τις ελληνικές οινοποιητικές επιχειρήσεις;
«Παρά τον φόρο και παρά τις όποιες αντιξοότητες, βλέπω από τη φύση μου το ποτήρι πάντα μισογεμάτο, είμαι αισιόδοξος. Τα τελευταία 2-3 χρόνια είδαμε το ελληνικό κρασί να περνά μια καλή περίοδο. Κάθε μέρα βελτιώνεται η ποιότητα και οι τιμές γίνονται πιο λογικές: τα ακριβά κρασιά πωλούνται ακριβότερα και τα φθηνά κρασιά πωλούνται φθηνότερα. Είχαμε επίσης άνοδο των εξαγωγών ιδίως σε Τρίτες χώρες και πηγαίνουμε καλά στο εξωτερικό τόσο σε όρους ποσότητας, όσο και σε όρους ποιότητας. Σαφώς έχουμε βελτίωση της εικόνας στο εξωτερικό, με κρασιά όπως το Ασύρτικο να βρίσκουν τη θέση τους στις αγορές. ‘Ένα καλό σημάδι είναι ότι ενώ πριν δύο-τρία χρόνια τα ελληνικά οινοποιεία ήταν 800, μέσα σε δύο-τρία χρόνια έχουν γίνει 1.350!» επισημαίνει ο κ.Μπουτάρης.
Όπως λέει, ο σημερινός αμπελουργός, ο οινοποιός, έχει αλλάξει, έχει πλέον αποκτήσει παραστάσεις, έχει δει πράγματα και «όταν διαθέτει 100 στρέμματα από τον πατέρα του, θα πει “θα δώσω ώθηση, θα δώσω προστιθέμενη αξία στο προϊόν που έχω”. Αντί λοιπόν να πληρώνεται με 50-60 λεπτά το κιλό για τα σταφύλια του, κι αυτό αν τα πουλήσει, θα φροντίσει να πουλάει κρασί προς 2 ευρώ και έτσι η δραστηριότητά του θα έχει θετική επίδραση συνολικά στην οικονομία, γιατί θα προσθέσει αξία σε όλο τον κύκλο της αλυσίδας και της οικονομίας… Ένα πάγιο αίτημά μας είναι η δημιουργία του επαγγέλματος αμπελουργού- οινοποιού, γιατί σήμερα τέτοιος ΚΑΔ δεν υπάρχει και για να γίνει κάποιος αμπελουργός-οινοποιός χρειάζεται τα ίδια χαρτιά με εμένα, που είμαι βιομηχανία. Αυτό πρέπει να αλλάξει».
Αισιόδοξος δηλώνει και ο Άγγελος Ιατρίδης: «Είμαι αισιόδοξος. Ο αμπελουργός/οινοποιός είναι φύσει αισιόδοξος, η αισιοδοξία του αντλείται βασικά από την ίδια αμπελοοινική δραστηριότητα που στοχεύει στην δημιουργία ποιότητας. Όπως ο καλλιτέχνης, ο οινοποιός οφείλει να είναι δημιουργικός… Δεν είναι τυχαίο ότι το κρασί αποτελεί εμπειρία, ανάμνηση, που μας έρχεται πάντα στο μυαλό σε κατάσταση ευφορίας….
«Σε ένα κλάδο με τη δυναμική που παρουσιάζει ο αμπελοοινικός τομέας, η αισιοδοξία ήταν πάντα ένα από τα στοιχεία που τον χαρακτήριζε, όμως ο κλάδος πέρα από το θετικό του μηδενισμού του ΕΦΚ έχει ανάγκη και από άλλες παρεμβάσεις για να πετύχει τους υψηλούς στόχους που έχει θέσει» λέει ο κ.Σπύρου. Ως παράδειγμα παραθέτει το σημαντικό πρόβλημα που -όπως επισημαίνει- έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια (…), το οποίο είναι η ελλειμματική πρώτη υλη. Η λύση, επισημαίνει, είναι η παραχώρηση σε νέους αμπελουργούς, αλλά και σε οινοποιητικές επιχειρήσεις, δικαιωμάτων φύτευσης νέων αμπελώνων.