Ο Πρόεδρος της Επιτροπής κ. Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, από κοινού με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. Ντόναλντ Τουσκ, απάντησε σήμερα σε επιστολή της πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας κ. Τερέζα Μέι, παρέχοντας διευκρινίσεις σχετικά με τη συμφωνία αποχώρησης και την πολιτική δήλωση, βάσει των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο.
“Η συμφωνία απόσυρσης που περιλαμβάνει το πρωτόκολλο για την Ιρλανδία / Βόρεια Ιρλανδία ενσωματώνει την κοινή δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου να αντιμετωπίσει τις μοναδικές συνθήκες στη νήσο της Ιρλανδίας στο πλαίσιο της διασφάλισης της τακτικής απόσυρσης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Κομισιόν μπορεί να επιβεβαιώσει ότι, όπως και το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν επιθυμεί να τεθεί σε ισχύ το backstop. Εάν γίνει αυτό θα αποτελούσε μια μη βέλτιστη εμπορική ρύθμιση και για τις δύο πλευρές. Η Κομισιόν μπορεί επίσης να επιβεβαιώσει την αποφασιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντικαταστήσει το backstop στη Βόρεια Ιρλανδία με μια μεταγενέστερη συμφωνία που θα εξασφάλιζε τη μόνιμη απουσία σκληρών συνόρων στη νήσο της Ιρλανδίας”.
Γίνεται επιπλέον απόλυτα σαφές ότι ΕΕ και ΗΒ έχουν συμφωνήσει “να μην επηρεαστούν ή να αντικατασταθούν με οποιονδήποτε τρόπο διατάξεις της συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής ή του Μπέλφαστ της 10ης Απριλίου 1998 · δεν τροποποιούν καθόλου τις ρυθμίσεις του σκέλους ΙΙ της συμφωνίας του 1998, σύμφωνα με τις οποίες οι τομείς συνεργασίας Βορρά-Νότου στους τομείς που εμπίπτουν στις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους είναι θέματα που πρέπει να καθορίσουν η εκτελεστική εξουσία της Βόρειας Ιρλανδίας και η κυβέρνηση της Ιρλανδίας.”
Σημειώνεται ότι “δεν επεκτείνεται η κανονιστική ευθυγράμμιση με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βόρεια Ιρλανδία πέραν του αυστηρώς αναγκαίου για την αποφυγή σκληρών συνόρων στο νησί της Ιρλανδίας και την προστασία της συμφωνίας του 1998” και “η συμφωνία αναστολής είναι επίσης σαφής ότι οποιαδήποτε νέα πράξη που προτείνει η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να προστεθεί στο πρωτόκολλο, θα απαιτήσει τη συμφωνία του Ηνωμένου Βασιλείου στη μεικτή επιτροπή”.
Τονίζεται ότι “δεν εμποδίζεται το Ηνωμένο Βασίλειο να διευκολύνει, στο πλαίσιο της αντιπροσωπείας του, τη συμμετοχή εκπροσώπων της Βόρειας Ιρλανδίας στη Μικτή Επιτροπή, στην επιτροπή επί θεμάτων που σχετίζονται με την εφαρμογή του πρωτοκόλλου για την Ιρλανδία / Βόρειο Ιρλανδία ή στην κοινή συμβουλευτική ομάδα εργασίας , σε θέματα που αφορούν άμεσα τη Βόρειο Ιρλανδία.”
Η ΕΕ συμμερίζεται επίσης τις προθέσεις του ΗΒ “για τη δημιουργία της μελλοντικής σχέσης το συντομότερο δυνατό. Δεδομένης της από κοινού δέσμευσης μας να καταβάλουμε τις καλύτερες δυνατές προσπάθειες για να συνάψουμε πριν από το τέλος του 2020 μια μεταγενέστερη συμφωνία, η οποία αντικαθιστά εν όλω ή εν μέρει το Πρωτόκολλο”, αναφέρεται και “η Κομισιόν είναι αποφασισμένη να δώσει προτεραιότητα στο πρόγραμμα εργασίας μας στη συζήτηση προτάσεων που θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με εναλλακτικές ρυθμίσεις”.
“Στο πλαίσιο αυτό, θα εξεταστούν οι διευκολύνσεις και οι τεχνολογίες. Οι ρυθμίσεις που αντικατοπτρίζουν το πρωτόκολλο δεν υποχρεούνται να επαναλάβουν τις διατάξεις του σε καμία περίπτωση, υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι βασικοί στόχοι”, αναφέρεται.
Προβλέπεται δε ότι “εάν τα μέρη χρειάζονται περισσότερο χρόνο για τη διαπραγμάτευση της μεταγενέστερης συμφωνίας, θα μπορούν να αποφασίσουν να παρατείνουν τη μεταβατική περίοδο, όπως προβλέπεται στη συμφωνία αποχώρησης.”
Στην περίπτωση αυτή, η Κομισιόν δεσμεύεται “να διπλασιάσει τις προσπάθειές της και αναμένει τις ίδιες διπλασιασμένες προσπάθειες των διαπραγματευτών, με στόχο την ταχεία σύναψη μιας μεταγενέστερης συμφωνίας”. Αν το backstop “τεθεί σε ισχύ εν όλω ή εν μέρει, πρόκειται να εφαρμοστεί μόνο προσωρινά, εκτός και αν αντικατασταθεί από μεταγενέστερη συμφωνία”.