Την πώληση των διαβόητων «Πλυντηρίων της Μαγδαληνής» στην οδό Seán McDermott σε ιαπωνική αλυσίδα ξενοδοχείων αποφάσισε το δημοτικό συμβούλιο του Δουβλίνου. Γνωστό τοπικά ως το Magdalene Laundry Gloucester Street, ήταν το τελευταίο σχετικό κτίριο στην Ιρλανδία και έκλεισε τον Οκτώβριο του 1996, όταν και πωλήθηκε από τις Αδελφές Φιλανθρωπικών Οργανώσεων στο Δήμο του Δουβλίνου.

Η ιαπωνική ξενοδοχειακή αλυσίδα Tokyo Inn Group προσέφερε 14,5 εκατομμύρια ευρώ για τις εγκαταστάσεις και ελπίζει να χτίσει ένα ξενοδοχείο 350 δωματίων. Στην πώληση αντιτίθενται πολλοί και κυρίως οι γυναίκες-τρόφιμοι που έχουν επιζήσει, οι οποίες ζητούν να γίνει μνημείο, για την ανάμνηση των θυμάτων και των επιζώντων των θρησκευτικών θεσμών.

Με την πώληση του «η μνήμη του τι συνέβη σε αυτό το μέρος θα διαγραφεί και θα ξεχαστεί για πάντα. . . δεν μπορούμε να επιτρέψουμε σε ένα τόσο σημαντικό κομμάτι της κοινωνικής και πολιτιστικής ιστορίας του έθνους μας να αντικατασταθεί από ένα ακόμη άψυχο ξενοδοχείο» δηλώνουν. Ο Steven O ‘Riordan, πρόεδρος του συλλόγου «Magdalene Survivors Together», κάλεσε το Δήμο του Δουβλίνου να σταματήσει την πώληση και δήλωσε ότι οι επιζώσες είναι «εξοργισμένες, θυμωμένες, αναστατωμένες και σοκαρισμένες» που το κτίριο πωλείται σε μια ξενοδοχειακή αλυσίδα. Τραγική ειρωνεία αποτελεί το γεγονός ότι το 95% των εργαζομένων του ομίλου Toyoko Inn είναι γυναίκες.

Η ιστορία των «Πλυντηρίων της Ντροπής»

Η υπόθεση με τα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής» ή «Πλυντήρια της Ντροπής» όπως έχουν χαρακτηριστεί, αφορά ιδρύματα τα οποία εκμεταλλεύονταν εμπορικά οι μοναχές – λαμβάνοντας και κρατική επιχορήγηση – και όπου νεαρές γυναίκες – σκλάβοι δούλευαν ακατάπαυστα, όλες τις ημέρες της εβδομάδας, υπό απάνθρωπες συνθήκες, χωρίς να πληρώνονται. Τέθηκαν σε λειτουργία τη δεκαετία του 1920.

Η έκθεση 1.000 σελίδων του γερουσιαστή Μάρτιν Μακλίς, που παρουσιάστηκε το 2013, αποκάλυψε ότι το ιρλανδικό κράτος ήταν συνένοχο στον εγκλεισμό των γυναικών σε αυτά τα ιδρύματα. Η ιρλανδική κυβέρνηση μάλιστα είχε αναγκαστεί να ζητήσει συγγνώμη για τον τρόπο συμπεριφοράς του κράτους απέναντι στις ανύπαντρες μητέρες, οι οποίες καταπατούσαν τα αυστηρά πολιτισμικά και κοινωνικά πρότυπα μιας βαθύτατα συντηρητικής κοινωνίας.

Η Εκκλησία διοικούσε πολλές από τις κοινωνικές υπηρεσίες της χώρας τον 20ό αιώνα, περιλαμβανομένων των ιδρυμάτων για ανύπαντρες μητέρες που στέλνονταν εκεί για να γεννήσουν – ανάμεσά τους και θύματα βιασμού.

Οι ανύπαντρες γυναίκες και τα παιδιά τους θεωρούνταν στίγμα για την εικόνα της Ιρλανδίας ως αυστηρής καθολικής χώρας. Συνιστούσαν βέβαια και πρόβλημα για κάποιους από τους πατέρες – ειδικά αν επρόκειτο για ισχυρές προσωπικότητες όπως ιερείς ή πλούσιοι, παντρεμένοι άνδρες.

Τα ιδρύματα αυτά, όπως ήταν τα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής», εκμεταλλεύονταν εμπορικά οι μοναχές, αλλά λάμβαναν κρατική επιχορήγηση. Λειτουργούσαν ως κέντρα υιοθεσίας και λόγω αυτής της ιδιότητάς τους τελούσαν υπό κρατικό έλεγχο.

Όταν ανθρώπινα οστά ανακαλύφθηκαν σε έναν βόθρο στο Τουάμ της δυτικής Ιρλανδίας, τον περασμένο Φεβρουάριο, η είδηση δεν αποτέλεσε έκπληξη για όλους.

Το μακάβριο εύρημα ανακαλύφθηκε κάτω από ένα πρώην ίδρυμα για ανύπαντρες μητέρες. Η ιστορικός Κάθριν Κόρλες είχε αρχικά ανακαλύψει και δημοσιοποιήσει πληροφορίες και λεπτομέρειες για την ύπαρξη ενός ομαδικού τάφου στο ίδρυμα το 2014. Το ίδρυμα διοικούσε το Τάγμα των Αδελφών του Ελέους, υπό την Καθολική Εκκλησία, και σε αυτό είχαν ταφεί ανεπίσημα, περίπου 200 βρέφη – αρχικά οι αναφορές έκαναν λόγο για 800 – που γεννήθηκαν από ανύπαντρες μητέρες.

Στο φως ήρθε και αναφορά του 1944, που κάνει λόγο για άθλιες συνθήκες διαβίωσης των παιδιών, τα οποία ήταν αποσκελετωμένα και πεινασμένα. Η Καθολική Εκκλησία αρνούνταν να τα βαφτίσει ή να τα θάψει κανονικά επειδή είχαν γεννηθεί εκτός γάμου. Έτσι τα τύλιγαν σε σάβανα και τα πέταγαν στο βόθρο.

Η Martina Keogh ήταν μόλις 16 χρονών όταν, την ώρα που πουλούσε εφημερίδες έξω από ένα κινηματογράφο του Δουβλίνου, έγινε ένας καβγάς στο δρόμο πολύ κοντά στο σημείο που βρισκόταν εκείνη. Συνελήφθη μαζί με τα κορίτσια που εμπλέκονταν, πήγε στο δικαστήριο και καταδικάστηκε για παραβατική συμπεριφορά. Η τιμωρία της θα ήταν φυλάκιση δύο ετών και εθελοντική (μη αμειβόμενη) εργασία σε ένα μοναστήρι- φυλακή το οποίο διοικούσαν καλόγριες.

«Από τη στιγμή που έφτασα στο πλυντήριο δούλεψα πολύ σκληρά. Έπλενα σεντόνια και τα έβαζα στο στεγνωτήριο. Μετά τα σιδέρωνα. Άμφια, πουκάμισα, ό,τι φοράνε οι μοναχές. Το μισώ το γαμημένο το σιδέρωμα» θα εξομολογηθεί μετά από πολλά χρόνια η Martina. Μια φορά μάλιστα, μια μοναχή έκαψε το χέρι μιας φίλης της, γιατί σιδέρωνε αργά. «Ήμασταν κλειδωμένες στους κοιτώνες από τις 19:30 μέχρι τις 6 το πρωί που θα έρχονταν να μας ξυπνήσουν οι μοναχές για να πιάσουμε δουλειά. Εάν έπιανε μια φωτιά, θα καιγόμασταν στα κρεβάτια μας».

Η Martina Keogh βγήκε έξω μετά από δύο χρόνια εξοντωτικής δουλειάς, αλλά πολλές γυναίκες δεν έφυγαν ποτέ. Αμόρφωτες και χωρίς υποστήριξη ή επαφές στον έξω κόσμο, για κάποιες από αυτές δεν γνωρίζουμε καν τα πραγματικά τους ονόματα ή από πού προέρχονται.

Κάποια από τα κορίτσια είχαν σταλεί στα πλυντήρια μετά από επιδρομές της αστυνομίας σε οίκους ανοχής, αλλά τα περισσότερα, έφταναν εκεί για άλλους λόγους. Ορισμένα, όπως η Martina Keogh, πήγαιναν κατευθείαν μετά από μια καταδικαστική απόφαση, ή απευθείας από τα ορφανοτροφεία και τα λεγόμενα βιομηχανικά σχολεία. Ακόμα περισσότερα, μετά από κάποια «ατυχή» εγκυμοσύνη (χωρίς σύζυγο) και αφού οι μοναχές έπαιρναν τα μωρά τους και τα έδιναν για υιοθεσία. Κάποια άλλα πήγαιναν εκεί μετά από απόφαση της οικογένειας, ενώ τα υπόλοιπα παραπέμπονταν στα πλυντήρια από κοινωνικές ή ψυχιατρικές υπηρεσίες. Τα πιο όμορφα από αυτά τα κορίτσια, θεωρούνταν επικίνδυνα για την ηθική.

Χωρίς ταυτότητες, χωρίς επισκέψεις, χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα, τα κορίτσια αυτά αντιμετωπίζονταν ως εγκληματίες, χωρίς δικαστήρια και αποφάσεις. Καθάριζαν τα πατώματα της φυλακή τους, μαγείρευαν, φρόντιζαν τις ηλικωμένες μοναχές και έκαναν ένα σωρό άλλες εργασίες που κανείς δεν ήθελε να κάνει.

Τέσσερα θρησκευτικά τάγματα ήταν υπεύθυνα για τα 11 πλυντήρια της Μαγδαληνής τα οποία λειτούργησαν σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στην Αυστραλία, την Αγγλία, την Ιρλανδία, ακόμη και στη Βόρεια Αμερική. Από το 1765 έως τα τέλη του 1990, περίπου 30.000 γυναίκες φυλακίστηκαν και στερήθηκαν μια φυσιολογική ζωή για ένα «κακό» που έκαναν σε νεαρή ηλικία και η εκκλησία δεν ήταν σε θέση να συγχωρήσει. Ο στόχος των ιδρυμάτων ήταν να εντάξει και πάλι τις γυναίκες μέσα στην κοινωνία, αλλά στην πραγματικότητα, η επιστροφή τους στην ελευθερία ήταν σπάνιο γεγονός. Οι γυναίκες αυτές, που ήταν γνωστές ως Μαγδαληνές -περιπεσούσες (πήραν το όνομά τους από τη Μαρία Μαγδαληνή, η οποία θεωρούνταν έως τότε από την εκκλησία πόρνη), δούλεψαν νυχθημερόν σ’ αυτά τα ιδρύματα, χωρίς αμοιβή, προς όφελος της καθολικής εκκλησίας.

Για το θέμα των ιδρυμάτων της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας έχουν γίνει ταινίες, όπως η Philomena του βρετανού Στίβεν Φρίαρς που καταγράφει την ιστορία μίας από αυτές τις γυναίκες ή η ταινία του Πίτερ Μούλαν (2002) με τίτλο «Οι κόρες της Ντροπής» που καταγράφει την άφιξη των κοριτσιών στα ιδρύματα και την σεξουαλική και σωματική κακοποίηση που υφίστανται από τις καλόγριες και τον ιερέα του μοναστηριακού ιδρύματος. Η ταινία αποτελεί δραματοποιημένη ιστορία που βασίζεται σε πραγματικές αφηγήσεις κοριτσιών που στάλθηκαν σε αυτά τα άσυλα. Μάλιστα, μία από τις πρώην τρόφιμες δήλωσε ότι παρά την σκληρότητα της ταινίας, η πραγματικότητα ήταν κατά πολύ χειρότερη.

Η απολογία του Ιρλανδού πρωθυπουργού, Έτνα Κένι, ήρθε ύστερα από τη σφοδρή κριτική που δέχτηκε η κυβέρνηση, όταν αρνήθηκε αρχικά να ζητήσει συγγνώμη στις γυναίκες αυτές. Στην ομιλία του στο ιρλανδικό κοινοβούλιο, ένας συγκινημένος Κένι ζήτησε συγγνώμη στις γυναίκες αυτές, αναγνωρίζοντας τις κακουχίες που υπέστησαν, και ανακοινώνοντας την τέλεση ενός μνημόσυνου, χρηματοδοτούμενο από την κυβέρνηση, για τις 10.000 περίπου γυναίκες που πέρασαν από τα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής». Παράλληλα, ανακοινώθηκε η δημιουργία ενός συνταξιοδοτικού πακέτου για τις περίπου 800 γυναίκες που ζουν ακόμα, το οποίο περιλαμβάνει συμβουλευτικές υπηρεσίες, υγειονομική κάλυψη και κάποιο χρηματικό ποσό. Παρόλα αυτά, η Διεθνής Αμνηστία κατηγορεί την ιρλανδική κυβέρνηση ότι υπάρχουν αντίστοιχες περιπτώσεις κακοποιημένων γυναικών σε πλυντήρια στη Βόρειο Ιρλανδία, τις οποίες επιμένει να αγνοεί.

Πηγη:TVXS