Εκτός σοβαρού απροόπτου, σύμφωνα με αξιωματούχο της Κομισιόν, η συμφωνία για το χρέος μαζί και η έγκριση του πλαισίου για την μεταμνημονιακή “ενισχυμένη εποπτεία”, κλείνει οριστικά την Πέμπτη, μετά από συζητήσεις που έχουν σύμφωνα με το EWG ήδη ολοκληρωθεί, από τα τέλη της περασμένης εβδομάδας.

Βασικό στοιχείο της ολοκλήρωσης ήταν η επίτευξη ενός συμβιβασμού της Ευρωζώνης με το ΔΝΤ, όσον αφορά τις εγγυήσεις που θα διαμορφώσουν τη στάση του Ταμείου απέναντι στον χαρακτηρισμό του ελληνικού χρέους ως βιώσιμο.

Το ΔΝΤ έχει αποσπάσει την προεξόφληση του δανείου (κατά το μεγαλύτερο μέρος του) με κεφάλαια από τα χρήματα που θα αποδοθούν στην Ελλάδα πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος. Η προεξόφληση αυτή αξιολογείται ως επωφελής και για τις τρεις πλευρές (ΔΝΤ, Ευρωζώνη, Ελλάδα):

  • Το ΔΝΤ θα μειώσει στο ελάχιστο το άνοιγμά του απέναντι στην Ελλάδα έτσι ώστε αυτό να είναι χαμηλότερο του τριπλάσιου της ποσόστωσης συμμετοχής της χώρας στο Ταμείο (αυτό επιτρέπει μία περισσότερο ελαστική αξιολόγηση για το χρέος).
  • Η Ευρωζώνη θα διατηρήσει με το εναπομείναν χρέος την παρουσία και συμμετοχή του ΔΝΤ στο πλαίσιο της “ενισχυμένης εποπτείας” μετά την 21/8 και ταυτόχρονα βελτιώνει την μεσοβραχυπρόθεσμη εικόνα του χρέους (μέχρι το 2022).
  • Η Ελλάδα θα απαλλαγεί από τις ετήσιες “ακριβές” (επιτόκιο 3,85%) δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους προς το ΔΝΤ στο κρίσιμο διάστημα των επόμενων τεσσάρων ετών.

Πέραν αυτών όμως διαμορφώνεται ένα πλαίσιο “ελάφρυνσης” του χρέους που δεν επιβαρύνει τις ενδοκυβερνητικές δυσκολίες του κ. Σολτς στο Βερολίνο. Συγκεκριμένα έχει ετοιμασθεί ένα σχέδιο επιμήκυνσης υποχρεώσεων από το δάνειο του EFSF (δηλαδή από το δεύτερο μνημόνιο) το οποίο χαμηλώνει ευδιάκριτα για τις αγορές τις δανειακές υποχρεώσεις την περίοδο 2034 – 2040. Η περίοδος αυτή είναι η πλέον πιεστική καθώς τότε συμπίπτουν οι αποπληρωμές των δανείων και των τριών μνημονίων, ήτοι το διακρατικό δάνειο (GLF) από το πρώτο μνημόνιο, το δάνειο από τον EFSF (δεύτερο μνημόνιο) και το δάνειο από τον ESM (τρίτο μνημόνιο).

Εφόσον η πρόταση αυτή γίνει τελικά αποδεκτή, όπως έχει συμφωνηθεί και με το ΔΝΤ, τότε οι συνολικές ετήσιες υποχρεώσεις εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους περιορίζονται ετησίως στο 7,5% (μεσοσταθμικά) του ΑΕΠ, ήτοι θα είναι οι χαμηλότερες από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης.

Η βελτίωση αυτή επεκτείνεται και πέραν του 2035 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2040 με υποχρεώσεις οι οποίες αγγίζουν το πολύ το 10% του ΑΕΠ…

Το βραχυμεσοπρόθεσμο κομμάτι του χρέους για τη βελτίωσή του, πέραν της προεξόφλησης του ΔΝΤ, θα συμπεριλάβει την εξαγορά και μέρους των ομολόγων που κατέχει μέχρι στιγμής το σύστημα των κεντρικών τραπεζών.

Τα κεφάλαια που θα χρειασθούν θα αντληθούν από τα υπόλοιπα του δανείου του ESM τα οποία θα έχουν επιτοκιακό κόστος 1,7% – 1,8%.

Η ρύθμιση αυτή εμμέσως έχει και μία άλλη συνιστώσα επίδρασης στο δημόσιο χρέος. Αυξάνει το ποσοστό του χρέους που διακρατούν ευρωπαϊκοί θεσμικοί παράγοντες (όπως το ESM και οι χώρες μέλη) από το 50% που είναι σήμερα σχεδόν στο 80% (!) με επιτόκιο που θα παραμείνει πολύ χαμηλό για όλη τη διάρκεια της εξόφλησής του, ενώ αντίθετα στις αγορές τα επιτόκια αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια…

Συνολικά με τις ρυθμίσεις αυτές η συμφωνία θα εξυπηρετηθεί με μία μεσοσταθμική επιμήκυνση σε ένα κομμάτι του δανείου του EFSF που θα κινηθεί μεταξύ 7 και 8 έτη.

Συμπληρωματικά πρέπει να σημειωθεί ότι οι επιστροφές των κερδών από τα ομόλογα που έχουν οι κεντρικές τράπεζες υπολογίζονται στα 4 δισ. ευρώ και θα αποδίδονται με ρυθμό ένα δισ. ετησίως εφόσον δεν προκύπτουν προβλήματα από το σύστημα “ενισχυμένης εποπτείας”.

Στο πλαίσιο αυτό το ΔΝΤ θα αναγνωρίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους για τον ορατό χρονικό ορίζοντα των επόμενων δύο δεκαετιών, αποφεύγοντας έτσι να έρθει σε αντιπαράθεση με την θετική έκθεση βιωσιμότητας, που θα εκδώσει η Κομισιόν στο πλαίσιο της συμφωνίας πακέτο που θα πάει προς έγκριση στην γερμανική Βουλή στα τέλη του Ιουνίου…

από capital.gr