Η Ελλάδα το 2014 έτρεχε με ρυθμό ανάπτυξης 0,7%, έναν από τους υψηλότερους της ευρωζώνης και έχοντας πετύχει ολική ανατροπή από την ύφεση, της τάξης του 7%, που είχε καταγραφεί το 2012.
Ωστόσο, η χώρα μας έχασε τη μεγάλη αναπτυξιακή ευκαιρία της περιόδου 2015-2017 όταν η διεθνής συγκυρία ήταν απολύτως ευνοϊκή, ενώ οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης κατέγραψαν τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης των τελευταίων 10 ετών καλύπτοντας το χαμένο έδαφος της χρηματοπιστωτικής κρίσης που είχε ξεσπάσει το 2008.
Αντιθέτως, η Ελλάδα ξανακύλησε στην ύφεση τη διετία 2015-2016 λόγω της εφιαλτικής διαπραγμάτευσης Τσίπρα – Βαρουφάκη ενώ και το 2017 σημείωσε αναιμική ανάπτυξη. Μετά το τραγικό εξάμηνο του 2015 ο κ. Τσίπρας υιοθέτησε πολιτική υπερφορολόγησης που γονάτισε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Το δυσάρεστο είναι ότι ενώ βρισκόμαστε στο μισό της χρονιάς διαρκώς υποβαθμίζονται οι εκτιμήσεις και για τη φετινή ανάπτυξη, ενώ άλλα δύο δισεκατομμύρια εισοδημάτων θα χαθούν στον κρατισμό, τη φορολογία και τη μαύρη οικονομία.
Η κυβέρνηση Τσίπρα και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος θα μπορούν να «καμαρώνουν» ότι επί των ημερών τους η ελληνική οικονομία έμεινε στάσιμη όταν οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης κέρδισαν το στοίχημα της ανάπτυξης.
Ακόμη και η ανεργία, που είχε καθοδική πορεία από το 2013 και μετά, έχει κολλήσει τους τελευταίους μήνες πάνω από το 20% αποτυπώνοντας τις επιπτώσεις της οικονομικής πολιτικής στην αγορά εργασίας.
Η Ελλάδα χρειάζεται μία νέα πολιτική που θα μειώνει τους φόρους, θα περιορίζει τις κρατικές σπατάλες και θα προτάσσει τις επενδύσεις από τη γραφειοκρατία.
Η «θεωρία του ελατηρίου», την οποία έχει επικαλεστεί πολλές φορές ο πρωθυπουργός για την οικονομία, είναι υπαρκτή, όμως για να επιβεβαιωθεί στην πράξη πρέπει να φύγει ένα μεγάλο βάρος, που είναι η κυβέρνηση Τσίπρα.
ΕΥΘΥΜΗΣ ΚΑΡΑΝΑΣΙΟΣ
Επιχειρηματίας – π. Βουλευτής  Νέας Δημοκρατίας