Στα παλιότερα χρόνια στα χωριά της Χαλκιδικής έθρεφαν όλα τα σπίτια από ένα γουρου­νάκι.
Το έπαιρναν πολύ μικρό την άνοιξη και το έθρεφαν για τον χειμώνα και κατά τα Χρι­στούγεννα, όταν πια θα ρθεί η βαρυχειμωνιά και θα σκεπά­σουν τη γη τα χιόνια, το έσφα­ζαν, όχι για να το πουλήσουν, αλλά για την φαμιλιά.
Το κρε­μούσαν στο τσιγκέλι όπου πια πάγωνε, βγάζαν τα σπλάχνα του, το συκώτι, την καρδιά, τη σπλήνα, τα έκαναν κομματάκια και τάριχναν στο τηγάνι για τηγάνισμα και αρχινούσε το πρώτο γλέντι. Κρασί μαύρο μπρούσκο η κουμαρίσιο ρακί, ο καθένας με το γούστο του και αυτό ήταν το πρώτο χέρι, δη­λαδή τα εγκαίνια.
Μετά θα ακολουθήσουν τα λουκάνικα. Τα έντερα του χοι­ρινού θα τα γεμίσουν με κρέ­ας κιμά, θα μπουν μέσα και τα ανάλογα καρυκεύματα, πιπέρι, γλυκάνισο, μπαχάρι, σκόρδο, κρεμμύδι κλπ. και τα κρεμούσαν στο ταβάνι της κουζίνας, όπου καθημερινά δεν θα λεί­πουν οι επισκέπτες, θα κόβουν από ένα μεγάλο κομμάτι ή θα το σχίζουν στη μέση και θα το βάζουν στα κάρβουνα ή θα το κόβουν κομματάκια και θα το βάζουν στο τηγάνι και με­τά θα καθίζουν όλοι στο τρα­πέζι, ο νοικοκύρης με τους προσκεκλημένους και θα αρ­χίζει το φαγοπότι, τα τραγού­δια και οι χοροί.
Αυτά θα συνεχισθούν ώσπου θα τελειώσει το σφακτό. Το πολύ πάχος θα το αφαιρέσουν, και θα γίνει η λεγομένη λίγδα (βούτυρο) και το υπόλοιπο κρέας, που δεν είναι για μεζέδια, θα μπει μέσα σε ξύλινα βαρέλια και θα γίνει παστό. Αυτό θα μαγειρεύεται όταν τε­λειώσουν πλέον όλα.
Με την λίγδα έκαναν οι νοικοκυρές νοστιμότατες μπουγάτσες (πίτες). Αυτά όλα γινότανε κατά την εποχή εκείνη, που ο κόσμος ζούσε πιο ξένοιαστα και αδελφωμένα.
Από το Αρχείο του Μαργαρίτη Σταύρου
Κοκκαλάς Αλέκος