Κείμενο: ΒΙΒΗ ΛΕΜΠΙΔΑ

Δημοσιεύθηκε στο 10ο/2014 τεύχος του περιοδικού “Κύτταρο Ιερισσού”

Από την αρχαιότητα, η ενασχόληση με τη μελισσοκομία στη Χαλκιδική, καταλαμβάνει την πρώτη θέση μεταξύ άλλων νομών.

Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) αναφέρει στο συγγραφικό του έργο την ποικιλία μελισσοκομικών φυτών και τον σπουδαίο ρόλο των μελισσών. Αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν φέρει στο φως, πήλινες κυψέλες. Επίσης η δραστηριότητα αυτή ήταν ιδιαίτερα έντονη και στην περιοχή της Ιερισσού, γεγονός που αποδεικνύεται μέσα από τα αρχεία του Αγίου Όρους, όπου τον 9° μ.Χ. αιώνα οι Ιερισσιώτες χάνουν το δικαίωμα τους να εγκαθιστούν κυψέλες ή οτιδήποτε άλλο αποτελεί ένδειξη μονιμότερης εγκατάστασης εντός των συνόρων του Αγίου Όρους.

Η άνθηση αυτή της μελισσοκομίας οφείλεται κυρίως στη μελισσοκομική χλωρίδα. Η κατηγορία των φυτών αυτών εντοπίζεται μεταξύ της αυτοφυούς χλωρίδας, των οπωροφόρων, των καλλιεργούμενων και τέλος των καλλωπιστικών φυτών. Έτσι η τροφοδοσία των μελισσών με γύρη και νέκταρ καλύπτεται σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του έτους, χάρη στην ποικιλία των χρήσιμων αυτών φυτών. Επιπλέον έντονη είναι η ύπαρξη του εντόμου Marchalina hellenica (εργάτης), το οποίο παρασιτεί στη χαλέπιο και τραχεία πεύκη και παράγει πολύτιμες μελιτώδεις εκκρίσεις για την μέλισσα κατά τη διάρκεια σχεδόν όλου του καλοκαιριού. Αυτοί είναι και οι σημαντικότεροι παράγοντες οι οποίοι καθιστούν το νομό μας πρώτο στην Ελλάδα στην παραγωγή μελιού.

Τα κυριότερα μελισσοκομικά είδη της περιοχής μας είναι τα Πεύκα, οι Καστανιές, οι Κουμαριές, τα Παλιούρια, η Σουσούρα, το ανοιξιάτικο Ρείκι, οι Ακακίες, τα Ασπάλαθρα, ο άγριος Βίκος, η Αγριορίγανη κ.ά. Ανάλογα με την εποχή ανθοφορίας τους, χωρίζονται σε εαρινά, καλοκαιρινά, φθινοπωρινά και χειμερινά. Για το επάγγελμα του μελισσοκόμου η παρατήρηση των φυτών αυτών είναι απαραίτητη. Με την πολύχρονη πείρα του ο μελισσοκόμος γνωρίζει ακριβώς το χρόνο και τη διάρκεια ανθοφορίας, την προτίμηση της μέλισσας στο νέκταρ ή τη γύρη. Ξεκινώντας από τον Φεβρουάριο, όπως χαρακτηριστικά μου περιγράφουν, η ανθοφορία της αμυγδαλιάς και του πυξαριού δίνει τη γύρη, που είναι απαραίτητη για τη θρέψη του μελισσιού και τη γονιμοποίηση της βασίλισσας. Έπειτα όσο προχωράει η άνοιξη, πολλά από τα φυτά που ανθίζουν είναι ωφέλιμα για τις μέλισσες. Σε συγκεκριμένες ημερομηνίες κάθε χρόνο η μέλισσα επισκέπτεται τα διάφορα είδη. Πιο συγκεκριμένα για 2 βδομάδες το Μάιο πηγαίνει στο Παλιούρι. Από 21 Μαΐου στις Καστανιές του Κακάβου. Όπως επίσης και στις Φλαμουριές. Όσο σιγά σιγά περνάει ο καιρός και φτάνει το καλοκαίρι η μέλισσα αρχίζει και προτιμά τα μελιτώματα του «εργάτη» καλύπτοντας τις ανάγκες της για σχεδόν όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού μέχρι και τον Σεπτέμβρη. Με τις πρώτες βροχές του Σεπτεμβρίου ανθίζει η Σουσούρα καθοριστικό είδος της περιοχής μας για την τροφοδότηση του μελισσιού κατά τους δύσκολους μήνες του φθινοπώρου και του χειμώνα, όπου ο πληθυσμός της κυψέλης μειώνεται και σχεδόν συντηρείται. Ακόμη κι από άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως από τη Θάσο φέρνουν τα μελίσσια τους εδώ να ξεχειμωνιάσουν.

Αυτή η εναλλαγή στην προτίμηση των φυτών κατά εποχές δίνει τη δυνατότητα παραγωγής μιας ποικιλίας διαφορετικών ειδών μελιού, με πρώτη θέση να καταλαμβάνει το πευκόμελο, έπειτα το ανθόμελο, συνδυασμοί αυτών όπως το πευκο- ανθέων και ανάλογα με τη σύσταση τους μπορεί να προκύψει μέλι πευκο-σουσούρας, φλαμουριάς-καστανιάς κ.ά. Όλα εξαιρετικής ποιότητας, διαφορετικά στο χρώμα, στη γεύση, στο άρωμα καλύπτουν μια πληθώρα απαιτητικών προτιμήσεων. Επίσης άλλα πολύτιμα προϊόντα που προκύπτουν είναι το κερί, ο βασιλικός πολτός και η πρόπολη (φαρμακευτική χρήση). Μοναδικά αγαθά ενός προικισμένου τόπου που με την ακατάπαυστη εργατικότητα της μέλισσας, το μεράκι και την αγάπη του μελισσοκόμου για τη δουλειά του, προσφέρονται για αιώνες, ακολουθώντας πιστά πάντα τον ίδιο ετήσιο κύκλο ζωής της φύσης.

Τα παλαιότερα χρόνια το επάγγελμα του μελισσοκόμου ήταν αρκετά δυσκολότερο απ ́ ότι είναι σήμερα, καθώς τα μόνα μέσα μεταφοράς ήταν τα γαϊδούρια. Αντί για κυψέλες δούλευαν αποκλειστικά με «κοφίνια» και δεν είχαν τα σύγχρονα εργαλεία που έχουν πλέον στη διάθεσή τους.

Παρ ́ όλα αυτά η μελισσοκομία πάντοτε έπαιζε σημαντικό ρόλο και στην οικονομία του νομού μας. Σήμερα στη Χαλκιδική υπάρχουν περίπου 814 μελισσοκόμοι οι οποίοι κατέχουν 152.385 κυψέλες, δηλαδή το 9,7% του συνόλου της χώρας (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 2009). Απ ́ αυτούς οι 389 (48%) είναι επαγγελματίες, ενώ οι υπόλοιποι είναι ερασιτέχνες με μεγάλο αριθμών κυψελών.

Η πλειοψηφία των μελισσοκόμων της Χαλκιδικής είναι μέλη του Πρωτοβάθμιου Αγρο- τικού Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Νικήτης «Σίθων» που ιδρύθηκε το 1952 και πλέον είναι ο μεγαλύτερος στην Ελλάδα. Στο νομό η πυκνότητα των κυψελών φτάνει τις 84 κυψέλες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, όταν ο μέσος όρος πυκνότητας κυψελών στην Ελλάδα, η οποία κατατάσσεται πρώτη στην Ευρώπη, είναι μόλις 11 κυψέλες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Ο αριθμός των κυψελών αυξάνεται σημαντικά το φθινόπωρο. Η μεγαλύτερη ποσότητα μελιού στην Ελλάδα παράγεται από πευκοδάση (65%) και η Χαλκιδική μαζί με τη Θάσο πρωτοπορούν στην παραγωγή πευκόμελου.

Τα μελισσοκομικά φυτά αποτελούν μια από τις κυριότερες πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας μας, η οποία αν αξιοποιηθεί επαρκώς μπορεί να προσφέρει πολλά οφέλη στην Οικονομία μας. Αυτό συμβαίνει άλλωστε σε χώρες που δεν έχουν τόσο πλούτο σ ́ αυτά τα χρήσιμα φυτά, όπως η Ελλάδα, όμως μέσω της σωστής διαχείρισης και με τη βοήθεια επιστημονικών μελετών, αξιοποιούνται πλήρως και η μελισσοκομία είναι μια συστηματικώς αναπτυσσόμενη δραστηριότητα.

Στη χώρα μας θα έπρεπε αυτά τα είδη να προστατεύονται και να αναζητώνται τρόποι αύξησης της ποιότητας και της ποσότητας της παραγωγής των φυσικών προϊόντων του δάσους, όπως είναι και το μέλι. Αντίθετα, όχι μόνο δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη πολιτική που να βοηθά στην πλήρη αξιοποίηση των φυτικών αυτών ειδών, αλλά με διάφορες ενέργειες οδηγούνται σε σταδιακή υποβάθμιση ή και στη χειρότερη περίπτωση όπως συμβαίνει στην περιοχή μας, στο όρος Κάκαβος, στον πλήρη αφανισμό τους.

Με την εκχέρσωση τους παραγράφονται χιλιάδες χρόνια εξέλιξης, για τη σταδιακή επικράτηση των χρήσιμων αυτών φυτικών ειδών. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες και οι μακραίωνες εναλλαγές συνθηκών που οδήγησαν στη μεγάλη ποικιλία και αφθονία τους. Ο συγκεκριμένος συνδυασμός ειδών και η σύνθεση τους είναι μοναδικός, δεν δημιουργείται ξανά όμοιος, δεν επαναλαμβάνεται όσο λεπτομερής κι αν είναι πιθανότατα ένας τέτοιος σχεδιασμός προς αυτή την κατεύθυνση. Επιπρόσθετα όπως σχεδιάζεται για την περιοχή μας, μια ανοικτού τύπου εξόρυξη χρυσού θα επιβαρύνει με βαρέα μέταλλα τη γη, τον αέρα, το νερό και το έδαφος, που συν τοις άλλοις, έχουν μη αναστρέψιμες επιπτώσεις και στον τομέα της μελισσοκομίας. Όπως προαναφέρθηκε, αν το μελίτωμα του εντόμου Marchalina hellenica, που παίζει τον καθοριστικότερο ρόλο στην παραγωγή πευκόμελου καλυφθεί από ένα στρώμα σκόνης η πρόσληψη τους από τις μέλισσες καθίσταται αδύνατη. Επίσης τα φυτά προσλαμβάνοντας νερό, απορροφούν και βαρέα μέταλλα που κι αυτά με τη σειρά τους εγκαθίστανται στα κύτταρά τους, στους ιστούς τους, στη γύρη και στο νέκταρ. Οι μέλισσες παίρνοντας νέκταρ και γύρη μολύνονται, μολύνεται ο γόνος στις κυψέλες και εν τέλει το μελίσσι καταστρέφεται.

Η τεράστια οικολογική σημασία της μέλισσας θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη. H μέλισσα ανήκει στους σημαντικότερους επικονιαστές. Η αδυναμία επικονίασης οδηγεί στο τέλος της γονιμοποίησης και του πολλαπλασιασμού της μεγαλύτερης πλειοψηφίας φυτών. Αν αφανιστούν οι μέλισσες, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα εξαφανιστούν χιλιάδες ανθοφόρα φυτά. Είναι υπόθεση όλων μας να ταχθούμε ενάντια σε οποιαδήποτε ενέργεια θέτει σε κίνδυνο το μέλλον της μέλισσας, δηλαδή όλων μας.